Τετάρτη, Ιανουαρίου 23, 2008


Περπατούσα απλώς. Στην άκρη της θάλασσας, πάνω στην υγρή άμμο, με τα πόδια γυμνά.(θυμήσου λίγο την αίσθηση.) Κοιτούσα πίσω μόνο για δώ τα ίχνη μου να σβήνονται από τα κύματα. Ταξίδευα κοιτώντας τον ορίζοντα. Εκείνη την λεπτή γραμμή που χωρίζει το "εδώ" από το "εκεί", το "τώρα" από το "μετά", το "βλέπω" από το "ονειρεύομαι", το "θέλω" από το "επιθυμώ".

Οι ακτίνες του ήλιου διαπερνούσαν τα αιθέρια σύννεφα και με χαϊδολογούσαν. Είχε ζέστη μα δεν ήταν καλοκαίρι. Οι γλάροι πετούσαν φωνάζοντας, με εκείνον το περίεργο ήχο που κάνουν. Άκουγα το νερό που με προσκαλούσε στην αγκαλιά του και ήμουν έτοιμη να αφεθώ.

Να κολυμπήσω μέχρι τον μοναχικό βράχο που έστεκε ακλόνητος.

Και τότε το είδα. Ένα μικρό καραβάκι, με τα πανιά ανοιχτά, να πλέει πρίμα, ακριβώς πάνω στην γραμμή του δικού μου ορίζοντα. ..

συνεχίζεται..

ας ήμουν






Αν δεν ήμουν ένα κύμα βουβό σε έναν ωκεανό,






ας ήμουν τουλάχιστον ένα κοχύλι στο βυθό,






να με ταξιδεύουν τα κύματα.






Αν δεν ήμουν ένα άσπρο σύννεφο σε γαλάζιο ουρανό,






ας ήμουν τουλάχιστον ένας γλάρος,






που το κυνηγούν τα σύννεφα






κι αυτός φιλά τα κύματα.






Αν δεν ήμουν ένα αγριολούλουδο που φύτρωσε






ανάμεσα σε δύο τσιμεντένια σκαλοπάτια,






ας ήμουν το τρυαντάφυλλο στην γλάστρα






του παράθυριού σου που σε καλημερίζει.





Αν δεν ήμουν η Άνοιξη στην ζωή σου,





ας ήμουν το χελιδόνι που θα στην αναγγείλει.



Αν δεν είμαι αυτή που αγάπησες,






ας είμαι τουλάχιστον αυτή που ονειρεύτηκες.